Οι αυξήσεις στις τιμές των λιπασμάτων έως και 100%, η αύξηση του κόστους του πετρελαίου κατά 40%, οι αυξήσεις στις τιμές αγροτικού ρεύματος δημιουργούν ένα ζοφερό κλίμα εν όψει της νέας καλλιεργητικής περιόδου. Το αυξημένο κόστος παραγωγής για την καλλιέργεια των σιτηρών, του βαμβακιού , και των αμπελιών σε συνδυασμό με την έλλειψη εργατικού δυναμικού καθιστά την παραγωγική διαδικασία ασύμφορη. Είναι λυπηρό να διαπιστώνεται ότι τα συνδικαλιστικά όργανα του αγροτικού κόσμου δείχνουν να μην αντιλαμβάνονται πως το τρομακτικό κόστος παραγωγής αποτελεί μείζον πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο αγροτικός κόσμος της χώρας και ιδιαίτερα οι μικρότεροι από τους αγρότες. Αντιδράσεις από αγρότες σε τοπικό επίπεδο που θέτουν ζήτημα να δοθούν αποζημιώσεις ή έκτακτες επιδοτήσεις αντιμετωπίζουν έστω προσωρινά το πρόβλημα. Σε κρατικό επίπεδο οι ενισχύσεις – επιδοτήσεις των λιπασμάτων και των ζωοτροφών κρίνονται παντελώς ανεπαρκείς και σε καμία περίπτωση δεν προσφέρουν λύσεις που να καθιστούν ευχερέστερη την καλλιεργητική διαδικασία. Διαπιστώνουμε σε καθημερινή βάση ότι αρκετοί μικροί κυρίως αγρότες θα οδηγηθούν σε οικονομική καταστροφή ή στην καλύτερη περίπτωση σε δραματική συρρίκνωση της παραγωγικής τους ικανότητας. Ήδη παρατηρούνται φαινόμενα υπολίπανσης, εγκατάλειψης καλλιεργήσιμων εκτάσεων και σε πολλές περιπτώσεις μετανάστευσης των νέων στα αστικά κέντρα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επάρκεια τροφίμων και την διατροφική ασφάλεια.
Ζητάμε από το κράτος να σταθεί αρωγός στις προσπάθειες που καθημερινά καταβάλλουν οι αγρότες παίρνοντας γενναία μέτρα στήριξης της παραγωγικής διαδικασίας. Τέτοια μέτρα θα μπορούσαν να είναι για παράδειγμα η παροχή αφορολόγητων καυσίμων – έστω για όσο διαρκεί η ενεργειακή κρίση – και επιδότηση σε μεγαλύτερο ποσοστό για τα λιπάσματα και τα φυτοπροστατευτικά για την σεζόν 2022- 2023.
Επομένως γίνεται επίκαιρο όσο ποτέ το απόφθεγμα του Χάρι Τρούμαν ότι ,όταν ευημερούν οι αγρότες ,ευημερεί και η χώρα και , όταν έχουν προβλήματα οι αγρότες , έχει προβλήματα όλη η χώρα.